Aποτυπώματα
Πρεμιέρα στο Στείρι
Tης Mαριάννας Tζιαντζή
Η παράσταση της επιθεώρησης «Ελλάς, πάμε λουκέτο», που δόθηκε την περασμένη εβδομάδα στο Στείρι της Βοιωτίας, έκανε «πρεμιέρα και φινάλε ταυτόχρονα», σύμφωνα με το πρόγραμμα. «Eίσοδος έξοδος δωρεάν», όμως κανείς από τους 1.500 θεατές που είχαν κατακλύσει το προαύλιο και είχαν γαντζωθεί στα κάγκελα του δημοτικού σχολείου του χωριού δεν θέλησε να φύγει. Νύχτα γλυκιά και ατμόσφαιρα πανηγυριού με υπαίθριους μικροπωλητές και μυρωδιές από καλαμπόκια, σουβλάκια, λουκουμάδες.
Και οι 25 ηθοποιοί, έφηβοι, νέοι και μεγαλούτσικοι, ήταν ερασιτέχνες, μέλη του Εκπολιτιστικού Συλλόγου του Στειρίου, γνωστοί όμως επαγγελματίες ήταν αρκετοί συντελεστές της παράστασης, όπως ο Στειριώτης Λάκης Μπέλλος (κείμενα), ο Νίκος Στρατηγός (ενορχήστρωση), αλλά και ο Δημήτρης Κοντογιάννης που, με γκλίτσα και φουστανέλα κομπλέ, τραγούδησε τα «Δημοτικά της κρίσης». Μια νέα κοπέλα από το γειτονικό Δίστομο, η Βίκυ Κελερμένου, ανέλαβε τη σκηνοθεσία και τα έβγαλε πέρα παλικαρίσια. Ο χώρος δεν επιτρέπει την παράθεση των ονομάτων όλων εκείνων που συμμετείχαν ή συνέβαλαν στην παράσταση, όμως εύκολα μπορείτε να μάθετε περισσότερα από το site του συλλόγου.
Τεχνική αρτιότητα, δροσιά, κέφι, χορός, τραγούδι. Στα κείμενα ήταν αρκετές οι τοπικές αναφορές, όμως το «Ελλάς, πάμε λουκέτο» δεν ήταν μια επιθεώρηση «για» το Στείρι, αλλά μια σύγχρονη και κάποτε πικρή πολιτική και κοινωνική σάτιρα, συχνά φιλτραρισμένη μέσα από τις εμπειρίες ενός χωριού που, ιδίως μετά το ’’70, μεταμορφώθηκε χάρη στη βιομηχανική ανάπτυξη, αφού οι περισσότεροι Στειριώτες εργάζονταν στην «Αλουμίνιον της Ελλάδος», στον διπλανό Παρνασσό. Σήμερα εδώ δεν υπάρχει γάιδαρος ούτε για δείγμα, τα περισσότερα σπίτια είναι καινούργια ή ανακαινισμένα, ενώ τα Ι. Χ. αυτοκίνητα ίσως είναι περισσότερα από τους κατοίκους -όμως πολλοί ανησυχούν ότι τον χειμώνα δεν θα μπορούν να αγοράζουν βενζίνη και να τα κινούν. Το Στείρι δεν αναπτύχθηκε λόγω των αγροτικών κοινοτικών επιδοτήσεων ή της φτηνής εργασίας των ξένων, αλλά χάρη στον μόχθο των ίδιων των κατοίκων του που έγιναν βιομηχανικοί εργάτες χωρίς να ξεριζωθούν από τη γη τους.
Δύο από τα σκετς της παράστασης παίχτηκαν στα αρβανίτικα. Η επιλογή αυτή δεν ήταν μόνο ένας φόρος τιμής στη γλώσσα των προγόνων, αλλά και μια απόδειξη ότι μια γλώσσα παραμένει ζωντανή όχι μόνο όσο τη μιλούν κάποιοι παλιοί, αλλά και όταν αυτή μπορεί να κάνει τους ανθρώπους να γελούν.
Σ’ αυτό το χωριό των χιλίων κατοίκων, η παράσταση στάθηκε η αφορμή ώστε πολλοί να νιώσουν περήφανοι για τον τόπο τους, για την ικανότητα πολλών συγχωριανών τους να ξεπερνούν τα όριά τους, να δημιουργούν και να αντιστέκονται στην κρίση, στη μοιρολατρία, στην εσωτερική μιζέρια. Είναι αυτονόητο ότι το θετικό αποτέλεσμα δεν οφείλεται μόνο στην πολύμηνη προετοιμασία και τις ικανότητες αυτών που εργάστηκαν για την παράσταση, αλλά και σε μια παράδοση συλλογικότητας και πολιτιστικής δράσης που χτίζεται εδώ και πολλά χρόνια στο Στείρι, όπως και σε πολλές πόλεις και χωριά της Ελλάδας.
Στην καρδιά της βιομηχανικής ζώνης της Βοιωτίας, κάτω από τον ίσκιο του Ελικώνα, μια ανάσα από τη βυζαντινή Μονή του Οσίου Λουκά, είχαμε την τύχη να ζήσουμε την ομορφιά, αλλά όχι τη ματαιότητα της εφήμερης τέχνης της επιθεώρησης, ενώ το εκρηκτικό ταλέντο αρκετών ηθοποιών μάς έδειξε πόσο ρευστά είναι μερικές φορές τα όρια ανάμεσα στον επαγγελματισμό και τον ερασιτεχνισμό. Από τους βαριεστημένους, κυνικούς και αρπακτικούς επαγγελματίες, χίλιες φορές είναι προτιμότεροι οι παθιασμένοι ερασιτέχνες που, ωστόσο, είναι πρόθυμοι να διδαχτούν από τους επαΐοντες, αλλά και να τους διδάξουν
Πηγή ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ